Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.
Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.
Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.
Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.
Συλλαβισμός
φορ-τώ-νο-μαι
Μορφολογία
φορτώνω ρήμ.
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | φορτώνω | φορτώνουμε & φορτώνομε διαλ. |
Β | φορτώνεις | φορτώνετε |
Γ | φορτώνει | φορτώνουν & φορτώνουνε προφ. |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | φόρτωνε | φορτώνετε |
|
Ενεστώτας-Μετοχή | φορτώνοντας |
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | φόρτωσα | φορτώσαμε |
Β | φόρτωσες | φορτώσατε |
Γ | φόρτωσε | φόρτωσαν & φορτώσαν προφ. & φορτώσανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | φορτώσω | φορτώσουμε & φορτώσομε διαλ. |
Β | φορτώσεις | φορτώσετε |
Γ | φορτώσει | φορτώσουν & φορτώσουνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | φόρτωσε | φορτώστε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | φορτώσει |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | φόρτωνα | φορτώναμε |
Β | φόρτωνες | φορτώνατε |
Γ | φόρτωνε | φόρτωναν & φορτώναν προφ. & φορτώνανε προφ. |
|
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | φορτώνομαι | φορτωνόμαστε |
Β | φορτώνεσαι | φορτώνεστε & φορτωνόσαστε προφ. |
Γ | φορτώνεται | φορτώνονται |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
|
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | φορτώθηκα | φορτωθήκαμε |
Β | φορτώθηκες | φορτωθήκατε |
Γ | φορτώθηκε | φορτώθηκαν & φορτωθήκαν προφ. & φορτωθήκανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | φορτωθώ | φορτωθούμε |
Β | φορτωθείς | φορτωθείτε |
Γ | φορτωθεί | φορτωθούν & φορτωθούνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | φορτώσου | φορτωθείτε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | φορτωθεί |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | φορτωνόμουν & φορτωνόμουνα προφ. | φορτωνόμασταν & φορτωνόμαστε |
Β | φορτωνόσουν & φορτωνόσουνα προφ. | φορτωνόσασταν & φορτωνόσαστε προφ. |
Γ | φορτωνόταν & φορτωνότανε προφ. | φορτώνονταν & φορτωνόντανε προφ. & φορτωνόντουσαν προφ. |
|
Παρακείμενος-Μετοχή | φορτωμένος |
Συνώνυμα - Αντίθετα
φορτώνω ρήμ.
- Α: ξεφορτώνω, εκφορτώνω λόγ.: Φορτώνουν εμπορεύματα.
- Σ: επιβαρύνω1
- Σ: επιρρίπτω, χρεώνω2, ρίχνω6: Του φόρτωσαν όλο το φταίξιμο.
- προφ. Σ: νευριάζω2, εκνευρίζομαι: Σταμάτα την γκρίνια γιατί έχω αρχίσει και φορτώνω!
2 Από 10
Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.
Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.