Λεξισκόπιο: φθονερός

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

φθο-νε-ρός

Μορφολογία

φθονερός επίθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοφθονερόςοιφθονεροί
Γενικήτουφθονερούτωνφθονερών
Αιτιατικήτοφθονερότουςφθονερούς
Κλητική φθονερέ φθονεροί
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηφθονερήοιφθονερές
Γενικήτηςφθονερήςτωνφθονερών
Αιτιατικήτηφθονερήτιςφθονερές
Κλητική φθονερή φθονερές
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοφθονερόταφθονερά
Γενικήτουφθονερούτωνφθονερών
Αιτιατικήτοφθονερόταφθονερά
Κλητική φθονερό φθονερά

φθονερότερος επίθ. συγκρ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοφθονερότεροςοιφθονερότεροι
Γενικήτουφθονερότερουτωνφθονερότερων
Αιτιατικήτοφθονερότεροτουςφθονερότερους
Κλητική φθονερότερε φθονερότεροι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηφθονερότερηοιφθονερότερες
Γενικήτηςφθονερότερηςτωνφθονερότερων
Αιτιατικήτηφθονερότερητιςφθονερότερες
Κλητική φθονερότερη φθονερότερες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοφθονερότεροταφθονερότερα
Γενικήτουφθονερότερουτωνφθονερότερων
Αιτιατικήτοφθονερότεροταφθονερότερα
Κλητική φθονερότερο φθονερότερα

φθονερότατος επίθ. υπερθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοφθονερότατοςοιφθονερότατοι
Γενικήτουφθονερότατουτωνφθονερότατων
Αιτιατικήτοφθονερότατοτουςφθονερότατους
Κλητική φθονερότατε φθονερότατοι
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηφθονερότατηοιφθονερότατες
Γενικήτηςφθονερότατηςτωνφθονερότατων
Αιτιατικήτηφθονερότατητιςφθονερότατες
Κλητική φθονερότατη φθονερότατες
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοφθονερότατοταφθονερότατα
Γενικήτουφθονερότατουτωνφθονερότατων
Αιτιατικήτοφθονερότατοταφθονερότατα
Κλητική φθονερότατο φθονερότατα

Συνώνυμα - Αντίθετα

φθονερός επίθ.

Σζηλόφθονος


2 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.