Λεξισκόπιο: υπαινίσσομαι

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

υ-παι-νίσ-σο-μαι

Μορφολογία

υπαινίσσομαι ρήμ. μόνο παθητική

ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αυπαινίσσομαιυπαινισσόμαστε
Βυπαινίσσεσαιυπαινίσσεστε & υπαινισσόσαστε προφ.
Γυπαινίσσεταιυπαινίσσονται
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βυπαινίσσεστε
Ενεστώτας-Μετοχήυπαινισσόμενος
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αυπαινίχθηκα & υπαινίχτηκα προφ. υπαινιχθήκαμε & υπαινιχτήκαμε προφ.
Βυπαινίχθηκες & υπαινίχτηκες προφ. υπαινιχθήκατε & υπαινιχτήκατε προφ.
Γυπαινίχθηκε & υπαινίχτηκε προφ. υπαινίχθηκαν & υπαινίχτηκαν προφ. & υπαινιχθήκανε προφ. & υπαινιχτήκαν προφ. & υπαινιχτήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αυπαινιχθώ & υπαινιχτώ προφ. υπαινιχθούμε & υπαινιχτούμε προφ.
Βυπαινιχθείς & υπαινιχτείς προφ. υπαινιχθείτε & υπαινιχτείτε προφ.
Γυπαινιχθεί & υπαινιχτεί προφ. υπαινιχθούν & υπαινιχθούνε προφ. & υπαινιχτούν προφ. & υπαινιχτούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βυπαινίξουυπαινιχθείτε & υπαινιχτείτε προφ.
Αόριστος-Απαρέμφατουπαινιχθεί & υπαινιχτεί προφ.
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αυπαινισσόμουν & υπαινισσόμουνα προφ. υπαινισσόμασταν & υπαινισσόμαστε
Βυπαινισσόσουν & υπαινισσόσουνα προφ. υπαινισσόσασταν & υπαινισσόσαστε προφ.
Γυπαινισσόταν & υπαινισσότανε προφ. υπαινίσσονταν & υπαινισσόντανε προφ. & υπαινισσόντουσαν προφ.

Συνώνυμα - Αντίθετα

υπαινίσσομαι ρήμ.

Συπονοώ


2 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.