Λεξισκόπιο: τυραννάει

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

τυ-ραν-νά-ει

Μορφολογία

τυραννάω ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ατυραννώ & τυραννάω προφ. τυραννάμε & τυραννούμε
Βτυραννάςτυραννάτε
Γτυραννά & τυραννάει προφ. τυραννούν & τυραννάν προφ. & τυραννάνε προφ. & τυραννούνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βτυράννα προφ. τυραννάτε
Ενεστώτας-Μετοχήτυραννώντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ατυράννησατυραννήσαμε
Βτυράννησεςτυραννήσατε
Γτυράννησετυράννησαν & τυραννήσαν προφ. & τυραννήσανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ατυραννήσωτυραννήσουμε & τυραννήσομε διαλ.
Βτυραννήσειςτυραννήσετε
Γτυραννήσειτυραννήσουν & τυραννήσουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βτυράννησε & τυράννα προφ. τυραννήστε
Αόριστος-Απαρέμφατοτυραννήσει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ατυραννούσατυραννούσαμε
Βτυραννούσεςτυραννούσατε
Γτυραννούσετυραννούσαν & τυραννούσανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ατυραννιέμαιτυραννιόμαστε
Βτυραννιέσαιτυραννιέστε & τυραννιόσαστε προφ.
Γτυραννιέταιτυραννιούνται & τυραννιόνται προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βτυραννιέστε
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ατυραννήθηκατυραννηθήκαμε
Βτυραννήθηκεςτυραννηθήκατε
Γτυραννήθηκετυραννήθηκαν & τυραννηθήκαν προφ. & τυραννηθήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ατυραννηθώτυραννηθούμε
Βτυραννηθείςτυραννηθείτε
Γτυραννηθείτυραννηθούν & τυραννηθούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βτυραννήσουτυραννηθείτε
Αόριστος-Απαρέμφατοτυραννηθεί
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ατυραννιόμουν & τυραννιόμουνα προφ. τυραννιόμασταν & τυραννιόμαστε
Βτυραννιόσουν & τυραννιόσουνα προφ. τυραννιόσασταν & τυραννιόσαστε προφ.
Γτυραννιόταν & τυραννιότανε προφ. τυραννιούνταν & τυραννιόνταν & τυραννιόντανε προφ. & τυραννιόντουσαν προφ.
Παρακείμενος-Μετοχήτυραννισμένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

τυραννάω ρήμ.

Σβασανίζω2, δυναστεύω, κατατρύχω λόγ., παιδεύω1, καταπιέζω

τυραννιέμαι

Σδεινοπαθώ, κακοπαθαίνω, μαρτυράω2, χτικιάζω3 προφ.


1 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.