Λεξισκόπιο: τέρμα

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

τέρ-μα

Μορφολογία

τέρμα επίρρ.


τέρμα ουσ. ουδ.

ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοτέρματατέρματα
Γενικήτουτέρματοςτωντερμάτων
Αιτιατικήτοτέρματατέρματα
Κλητική τέρμα τέρματα

Συνώνυμα - Αντίθετα

τέρμα επίρρ.

  1. Σεντελώς1, τελείως: Άνοιξε τέρμα τη βρύση.
  2. Σστο φουλ προφ., στο μάξιμουμ: Η μηχανή δουλεύει τέρμα.

τέρμα ουσ.

  1. Στέλος1: το τέρμα της διαδρομής Ααφετηρία1, αρχή1
  2. Σόριο2, άκρο1, άκρη1: το τέρμα του ορίζοντα
  3. Σγκολπόστ, εστία5, δοκάρια: Η μπάλα πέρασε ξυστά από το τέρμα.
  4. Σγκολ: Πέτυχε δύο τέρματα.

1 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.