Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.
Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.
Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.
Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.
Συλλαβισμός
συ-νο-δεύ-ω
Μορφολογία
συνοδεύω ρήμ.
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | συνοδεύω | συνοδεύουμε & συνοδεύομε διαλ. |
Β | συνοδεύεις | συνοδεύετε |
Γ | συνοδεύει | συνοδεύουν & συνοδεύουνε προφ. |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | συνόδευε | συνοδεύετε |
|
Ενεστώτας-Μετοχή | συνοδεύοντας |
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | συνόδευσα & συνόδεψα | συνοδέψαμε & συνοδεύσαμε |
Β | συνόδευσες & συνόδεψες | συνοδέψατε & συνοδεύσατε |
Γ | συνόδευσε & συνόδεψε | συνόδευσαν & συνόδεψαν & συνοδέψαν προφ. & συνοδέψανε προφ. & συνοδεύσαν προφ. & συνοδεύσανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | συνοδέψω & συνοδεύσω | συνοδέψουμε & συνοδεύσουμε & συνοδέψομε διαλ. & συνοδεύσομε διαλ. |
Β | συνοδέψεις & συνοδεύσεις | συνοδέψετε & συνοδεύσετε |
Γ | συνοδέψει & συνοδεύσει | συνοδέψουν & συνοδεύσουν & συνοδέψουνε προφ. & συνοδεύσουνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | συνόδευσε & συνόδεψε | συνοδέψτε & συνοδεύσετε & συνοδεύστε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | συνοδέψει & συνοδεύσει |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | συνόδευα | συνοδεύαμε |
Β | συνόδευες | συνοδεύατε |
Γ | συνόδευε | συνόδευαν & συνοδεύαν προφ. & συνοδεύανε προφ. |
|
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | συνοδεύομαι | συνοδευόμαστε |
Β | συνοδεύεσαι | συνοδεύεστε & συνοδευόσαστε προφ. |
Γ | συνοδεύεται | συνοδεύονται |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
|
Ενεστώτας-Μετοχή | συνοδευόμενος |
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | συνοδεύτηκα & συνοδεύθηκα λόγ. | συνοδευτήκαμε & συνοδευθήκαμε λόγ. |
Β | συνοδεύτηκες & συνοδεύθηκες λόγ. | συνοδευτήκατε & συνοδευθήκατε λόγ. |
Γ | συνοδεύτηκε & συνοδεύθηκε λόγ. | συνοδεύτηκαν & συνοδεύθηκαν λόγ. & συνοδευτήκαν προφ. & συνοδευτήκανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | συνοδευτώ & συνοδευθώ λόγ. | συνοδευτούμε & συνοδευθούμε λόγ. |
Β | συνοδευτείς & συνοδευθείς λόγ. | συνοδευτείτε & συνοδευθείτε λόγ. |
Γ | συνοδευτεί & συνοδευθεί λόγ. | συνοδευτούν & συνοδευθούν λόγ. & συνοδευθούνε λόγ. & συνοδευτούνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | συνοδέψου & συνοδεύσου | συνοδευτείτε & συνοδευθείτε λόγ. |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | συνοδευτεί & συνοδευθεί λόγ. |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | συνοδευόμουν & συνοδευόμουνα προφ. | συνοδευόμασταν & συνοδευόμαστε |
Β | συνοδευόσουν & συνοδευόσουνα προφ. | συνοδευόσασταν & συνοδευόσαστε προφ. |
Γ | συνοδευόταν & συνοδευότανε προφ. | συνοδεύονταν & συνοδευόντανε προφ. & συνοδευόντουσαν προφ. |
|
Παρακείμενος-Μετοχή | συνοδευμένος |
Συνώνυμα - Αντίθετα
συνοδεύω ρήμ.
- Σ: ακολουθώ3, περιστοιχίζω2, πλαισιώνω2: Πλήθος συνόδεψε το νεκρό ως την τελευταία του κατοικία.
- Σ: συμπληρώνω2, ολοκληρώνω1: Συνοδέψτε το γεύμα με κόκκινο κρασί.
- ΜΟΥΣ. Σ: ακομπανιάρω
1 Από 10
Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.
Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.