Λεξισκόπιο: στάνταρ

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

στά-νταρ

Μορφολογία

στάνταρ επίθ.

Αρσενικό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήοστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτοιστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ
Γενικήτουστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρττωνστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ
Αιτιατικήτοστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρττουςστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ
Κλητική στάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ στάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ
Θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτοιστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ
Γενικήτηςστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρττωνστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ
Αιτιατικήτηστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρττιςστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ
Κλητική στάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ στάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ
Ουδέτερο
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτταστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ
Γενικήτουστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρττωνστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ
Αιτιατικήτοστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτταστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ
Κλητική στάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ στάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ

στάνταρ ουσ. ουδ.

ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήτοστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτταστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ
Γενικήτουστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρττωνστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ
Αιτιατικήτοστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτταστάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ
Κλητική στάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ στάνταρ & στάνταρντ & στάνταρτ

Συνώνυμα - Αντίθετα

στάνταρ & στάνταρντ επίθ.

Σκαθορισμένος, φιξ2: στάνταρ τιμές


στάνταρ & στάνταρντ ουσ.

Σπροδιαγραφή


1 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.