Λεξισκόπιο: προσμετρώ

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

προ-σμε-τρώ

Μορφολογία

προσμετρώ ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απροσμετρώπροσμετρούμε
Βπροσμετράςπροσμετράτε
Γπροσμετράπροσμετρούν
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βπροσμετράτε
Ενεστώτας-Μετοχήπροσμετρώντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απροσμέτρησαπροσμετρήσαμε
Βπροσμέτρησεςπροσμετρήσατε
Γπροσμέτρησεπροσμέτρησαν & προσμετρήσαν προφ. & προσμετρήσανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απροσμετρήσωπροσμετρήσουμε & προσμετρήσομε διαλ.
Βπροσμετρήσειςπροσμετρήσετε
Γπροσμετρήσειπροσμετρήσουν & προσμετρήσουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βπροσμέτρησεπροσμετρήσετε & προσμετρήστε
Αόριστος-Απαρέμφατοπροσμετρήσει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απροσμετρούσαπροσμετρούσαμε
Βπροσμετρούσεςπροσμετρούσατε
Γπροσμετρούσεπροσμετρούσαν & προσμετρούσανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απροσμετρούμαι & προσμετρώμαιπροσμετρώμεθα λόγ. & προσμετρούμαστε προφ. & προσμετρόμαστε προφ.
Βπροσμετράσαι & προσμετρείσαιπροσμετρείστε & προσμετράσθε λόγ. & προσμετράστε προφ.
Γπροσμετράται & προσμετρείταιπροσμετρούνται & προσμετρώνται
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βπροσμετρείστε & προσμετράσθε λόγ. & προσμετράστε προφ.
Ενεστώτας-Μετοχήπροσμετρούμενος
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απροσμετρήθηκαπροσμετρηθήκαμε
Βπροσμετρήθηκεςπροσμετρηθήκατε
Γπροσμετρήθηκεπροσμετρήθηκαν & προσμετρηθήκαν προφ. & προσμετρηθήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απροσμετρηθώπροσμετρηθούμε
Βπροσμετρηθείςπροσμετρηθείτε
Γπροσμετρηθείπροσμετρηθούν & προσμετρηθούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βπροσμετρήσουπροσμετρηθείτε
Αόριστος-Απαρέμφατοπροσμετρηθεί
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απροσμετρούμουν προφ. προσμετρούμασταν προφ. & προσμετρούμαστε προφ.
Β------
Γπροσμετράτο λόγ. & προσμετρούνταν προφ. προσμετρώντο λόγ. & προσμετρούνταν προφ.
Παρακείμενος-Μετοχήπροσμετρημένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

προσμετρώ ρήμ. λόγ.

Σσυνυπολογίζω, συμπεριλαμβάνω


1 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.