Λεξισκόπιο: πραγματεύομαι

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

πραγ-μα-τεύ-ο-μαι

Μορφολογία

πραγματεύομαι ρήμ. μόνο παθητική

ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απραγματεύομαιπραγματευόμαστε
Βπραγματεύεσαιπραγματεύεστε & πραγματευόσαστε προφ.
Γπραγματεύεταιπραγματεύονται
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βπραγματεύεστε
Ενεστώτας-Μετοχήπραγματευόμενος
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απραγματεύτηκα & πραγματεύθηκα λόγ. πραγματευτήκαμε & πραγματευθήκαμε λόγ.
Βπραγματεύτηκες & πραγματεύθηκες λόγ. πραγματευτήκατε & πραγματευθήκατε λόγ.
Γπραγματεύτηκε & πραγματεύθηκε λόγ. πραγματεύτηκαν & πραγματευθήκανε λόγ. & πραγματεύθηκαν λόγ. & πραγματευτήκαν προφ. & πραγματευτήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απραγματευτώ & πραγματευθώ λόγ. πραγματευτούμε & πραγματευθούμε λόγ.
Βπραγματευτείς & πραγματευθείς λόγ. πραγματευτείτε & πραγματευθείτε λόγ.
Γπραγματευτεί & πραγματευθεί λόγ. πραγματευτούν & πραγματευθούν λόγ. & πραγματευθούνε λόγ. & πραγματευτούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βπραγματεύσουπραγματευτείτε & πραγματευθείτε λόγ.
Αόριστος-Απαρέμφατοπραγματευτεί & πραγματευθεί λόγ.
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απραγματευόμουν & πραγματευόμουνα προφ. πραγματευόμασταν & πραγματευόμαστε
Βπραγματευόσουν & πραγματευόσουνα προφ. πραγματευόσασταν & πραγματευόσαστε προφ.
Γπραγματευόταν & πραγματευότανε προφ. πραγματεύονταν & πραγματευόντανε προφ. & πραγματευόντουσαν προφ.
Παρακείμενος-Μετοχήπραγματευμένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

πραγματεύομαι ρήμ.

Σδιαλαμβάνω λόγ., εξετάζω2, μελετάω2


2 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.