Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.
Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.
Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.
Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.
Συλλαβισμός
πνευ-μα-τι-κός
Μορφολογία
πνευματικός επίθ.
Αρσενικό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | ο | πνευματικός | οι | πνευματικοί |
Γενική | του | πνευματικού | των | πνευματικών |
Αιτιατική | τον | πνευματικό | τους | πνευματικούς |
Κλητική | | πνευματικέ | | πνευματικοί |
|
Θηλυκό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | η | πνευματική | οι | πνευματικές |
Γενική | της | πνευματικής | των | πνευματικών |
Αιτιατική | την | πνευματική | τις | πνευματικές |
Κλητική | | πνευματική | | πνευματικές |
|
Ουδέτερο |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | το | πνευματικό | τα | πνευματικά |
Γενική | του | πνευματικού | των | πνευματικών |
Αιτιατική | το | πνευματικό | τα | πνευματικά |
Κλητική | | πνευματικό | | πνευματικά |
|
πνευματικότερος επίθ. συγκρ.
Αρσενικό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | ο | πνευματικότερος | οι | πνευματικότεροι |
Γενική | του | πνευματικότερου | των | πνευματικότερων |
Αιτιατική | τον | πνευματικότερο | τους | πνευματικότερους |
Κλητική | | πνευματικότερε | | πνευματικότεροι |
|
Θηλυκό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | η | πνευματικότερη | οι | πνευματικότερες |
Γενική | της | πνευματικότερης | των | πνευματικότερων |
Αιτιατική | την | πνευματικότερη | τις | πνευματικότερες |
Κλητική | | πνευματικότερη | | πνευματικότερες |
|
Ουδέτερο |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | το | πνευματικότερο | τα | πνευματικότερα |
Γενική | του | πνευματικότερου | των | πνευματικότερων |
Αιτιατική | το | πνευματικότερο | τα | πνευματικότερα |
Κλητική | | πνευματικότερο | | πνευματικότερα |
|
πνευματικότατος επίθ. υπερθ.
Αρσενικό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | ο | πνευματικότατος | οι | πνευματικότατοι |
Γενική | του | πνευματικότατου | των | πνευματικότατων |
Αιτιατική | τον | πνευματικότατο | τους | πνευματικότατους |
Κλητική | | πνευματικότατε | | πνευματικότατοι |
|
Θηλυκό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | η | πνευματικότατη | οι | πνευματικότατες |
Γενική | της | πνευματικότατης | των | πνευματικότατων |
Αιτιατική | την | πνευματικότατη | τις | πνευματικότατες |
Κλητική | | πνευματικότατη | | πνευματικότατες |
|
Ουδέτερο |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | το | πνευματικότατο | τα | πνευματικότατα |
Γενική | του | πνευματικότατου | των | πνευματικότατων |
Αιτιατική | το | πνευματικότατο | τα | πνευματικότατα |
Κλητική | | πνευματικότατο | | πνευματικότατα |
|
πνευματικός ουσ. αρσ.
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | ο | πνευματικός | οι | πνευματικοί |
Γενική | του | πνευματικού | των | πνευματικών |
Αιτιατική | τον | πνευματικό | τους | πνευματικούς |
Κλητική | | πνευματικέ | | πνευματικοί |
|
Συνώνυμα - Αντίθετα
πνευματικός ουσ. ΕΚΚΛΗΣ.
Σ: εξομολογητής
πνευματικός επίθ.
Σ: διανοητικός: κατάσταση πνευματικής νηφαλιότητας
1 Από 10
Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.
Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.