Λεξισκόπιο: πιλάλα

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

πι-λά-λα

Μορφολογία

πιλάλα ουσ. θηλ.

ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηπιλάλαοιπιλάλες
Γενικήτηςπιλάλας---
Αιτιατικήτηνπιλάλατιςπιλάλες
Κλητική πιλάλα πιλάλες

πιλαλάω ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απιλαλώ & πιλαλάω προφ. πιλαλάμε & πιλαλούμε
Βπιλαλάςπιλαλάτε
Γπιλαλά & πιλαλάει προφ. πιλαλούν & πιλαλάν προφ. & πιλαλάνε προφ. & πιλαλούνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βπιλάλα προφ. & πιλάλαγε προφ. πιλαλάτε
Ενεστώτας-Μετοχήπιλαλώντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απιλάλησαπιλαλήσαμε
Βπιλάλησεςπιλαλήσατε
Γπιλάλησεπιλάλησαν & πιλαλήσαν προφ. & πιλαλήσανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απιλαλήσωπιλαλήσουμε & πιλαλήσομε διαλ.
Βπιλαλήσειςπιλαλήσετε
Γπιλαλήσειπιλαλήσουν & πιλαλήσουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βπιλάλησε & πιλάλα προφ. πιλαλήσετε & πιλαλήστε
Αόριστος-Απαρέμφατοπιλαλήσει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απιλαλούσα & πιλάλαγα προφ. πιλαλούσαμε & πιλαλάγαμε προφ.
Βπιλαλούσες & πιλάλαγες προφ. πιλαλούσατε & πιλαλάγατε προφ.
Γπιλαλούσε & πιλάλαγε προφ. πιλαλούσαν & πιλάλαγαν προφ. & πιλαλάγαν προφ. & πιλαλάγανε προφ. & πιλαλούσανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Παρακείμενος-Μετοχήπιλαλημένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

πιλάλα ουσ. λαϊκ.

Στρέξιμο1, τρεχάλα προφ.


πιλαλάω ρήμ. λαϊκ.

Στρέχω


1 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.