Λεξισκόπιο: πετυχημένος

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

πε-τυ-χη-μέ-νος

Μορφολογία

πετυχαίνω ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απετυχαίνωπετυχαίνουμε & πετυχαίνομε διαλ.
Βπετυχαίνειςπετυχαίνετε
Γπετυχαίνειπετυχαίνουν & πετυχαίνουνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βπετύχαινεπετυχαίνετε
Ενεστώτας-Μετοχήπετυχαίνοντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απέτυχαπετύχαμε
Βπέτυχεςπετύχατε
Γπέτυχεπέτυχαν & πετύχαν προφ. & πετύχανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απετύχωπετύχουμε & πετύχομε διαλ.
Βπετύχειςπετύχετε
Γπετύχειπετύχουν & πετύχουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βπέτυχεπετύχετε
Αόριστος-Απαρέμφατοπετύχει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απετύχαιναπετυχαίναμε
Βπετύχαινεςπετυχαίνατε
Γπετύχαινεπετύχαιναν & πετυχαίναν προφ. & πετυχαίνανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Παρακείμενος-Μετοχήπετυχημένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

πετυχαίνω ρήμ.

  1. Σεπιτυγχάνω λόγ., κατορθώνω, καταφέρνω1 Ααποτυχαίνω1
  2. Σβρίσκω4: Πέτυχε το στόχο. Αχάνω4
  3. Σβάζω12, σημειώνω4, γράφω12: Πέτυχε καλάθι.
  4. Σσυναντάω1, απαντάω3 λαϊκ.+λογοτ., τρακάρω3 προφ.: Τον πέτυχα στην πλατεία.

πετυχαίνει

Στελεσφορεί λόγ., καρποφορεί2, ευοδώνεται


2 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.