Λεξισκόπιο: παρερμηνεύω

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

πα-ρερ-μη-νεύ-ω

Μορφολογία

παρερμηνεύω ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απαρερμηνεύωπαρερμηνεύουμε & παρερμηνεύομε διαλ.
Βπαρερμηνεύειςπαρερμηνεύετε
Γπαρερμηνεύειπαρερμηνεύουν & παρερμηνεύουνε προφ.
Ενεστώτας-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βπαρερμήνευεπαρερμηνεύετε
Ενεστώτας-Μετοχήπαρερμηνεύοντας
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απαρερμήνευσαπαρερμηνεύσαμε
Βπαρερμήνευσεςπαρερμηνεύσατε
Γπαρερμήνευσεπαρερμήνευσαν & παρερμηνεύσαν προφ. & παρερμηνεύσανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απαρερμηνεύσωπαρερμηνεύσουμε & παρερμηνεύσομε διαλ.
Βπαρερμηνεύσειςπαρερμηνεύσετε
Γπαρερμηνεύσειπαρερμηνεύσουν & παρερμηνεύσουνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βπαρερμήνευσεπαρερμηνεύσετε & παρερμηνεύστε
Αόριστος-Απαρέμφατοπαρερμηνεύσει
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απαρερμήνευαπαρερμηνεύαμε
Βπαρερμήνευεςπαρερμηνεύατε
Γπαρερμήνευεπαρερμήνευαν & παρερμηνεύαν προφ. & παρερμηνεύανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απαρερμηνεύομαιπαρερμηνευόμαστε
Βπαρερμηνεύεσαιπαρερμηνεύεστε & παρερμηνευόσαστε προφ.
Γπαρερμηνεύεταιπαρερμηνεύονται
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βπαρερμηνεύεστε
Ενεστώτας-Μετοχήπαρερμηνευόμενος
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απαρερμηνεύτηκα & παρερμηνεύθηκα λόγ. παρερμηνευτήκαμε & παρερμηνευθήκαμε λόγ.
Βπαρερμηνεύτηκες & παρερμηνεύθηκες λόγ. παρερμηνευτήκατε & παρερμηνευθήκατε λόγ.
Γπαρερμηνεύτηκε & παρερμηνεύθηκε λόγ. παρερμηνεύτηκαν & παρερμηνευθήκανε λόγ. & παρερμηνεύθηκαν λόγ. & παρερμηνευτήκαν προφ. & παρερμηνευτήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απαρερμηνευτώ & παρερμηνευθώ λόγ. παρερμηνευτούμε & παρερμηνευθούμε λόγ.
Βπαρερμηνευτείς & παρερμηνευθείς λόγ. παρερμηνευτείτε & παρερμηνευθείτε λόγ.
Γπαρερμηνευτεί & παρερμηνευθεί λόγ. παρερμηνευτούν & παρερμηνευθούν λόγ. & παρερμηνευθούνε λόγ. & παρερμηνευτούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βπαρερμηνεύσουπαρερμηνευτείτε & παρερμηνευθείτε λόγ.
Αόριστος-Απαρέμφατοπαρερμηνευτεί & παρερμηνευθεί λόγ.
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Απαρερμηνευόμουν & παρερμηνευόμουνα προφ. παρερμηνευόμασταν & παρερμηνευόμαστε
Βπαρερμηνευόσουν & παρερμηνευόσουνα προφ. παρερμηνευόσασταν & παρερμηνευόσαστε προφ.
Γπαρερμηνευόταν & παρερμηνευότανε προφ. παρερμηνεύονταν & παρερμηνευόντανε προφ. & παρερμηνευόντουσαν προφ.
Παρακείμενος-Μετοχήπαρερμηνευμένος

Συνώνυμα - Αντίθετα

παρερμηνεύω ρήμ.

Σπαρανοώ1, παρεξηγώ


1 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.