Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.
Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.
Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.
Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.
ο-μοι-ό-μορ-φος
ομοιόμορφος επίθ.
Αρσενικό |
| |||||||||||||||||||||||||
Θηλυκό |
| |||||||||||||||||||||||||
Ουδέτερο |
|
ομοιόμορφος επίθ.
Α: ανομοιόμορφος, ποικιλόμορφος
ομοιο- [omio]
ομοιό- [omió] όταν ο τόνος ανεβαίνει στο αʹ συστατικό
Προέρχεται από το επίθετο όμοιος.
1. Παρόμοιο
Το ομοιο- σχηματίζει λέξεις που δηλώνουν ότι δύο ή περισσότερα πρόσωπα ή πράγματα είναι παρόμοια ως προς κάποιο χαρακτηριστικό τους. Για παράδειγμα, δύο ομοιοκατάληκτοι στίχοι έχουν παρόμοιες καταλήξεις· όταν υπάρχει ομοιοχρωμία μεταξύ δύο πραγμάτων, τότε αυτά έχουν σχεδόν το ίδιο χρώμα.
ομοιογένεια | ομοιογενής, -ής, -ές | ομοιοκαταληκτώ |
ομοιοκαταληξία | ομοιοκατάληκτος, -η, -ο | |
ομοιομορφία | ομοιόμορφος, -η, -ο | |
ομοιοπαθητική (ιατρ.) | ομοιοπαθής, -ής, -ές | |
ομοιοχρωμία | ομοιοπαθητικός, -ή, -ό (ιατρ.) | |
ομοιόπτωτος, -η, -ο (γραμμ.) |
-μορφ-
Οι λέξεις που περιέχουν το συστατικό -μορφ- αναφέρονται στην εξωτερική όψη, στη μορφή.Το συστατικό -μορφ- προέρχεται από το ουσιαστικό μορφή. Το συστατικό αυτό εμφανίζεται σε:
Ουσιαστικά
-μορφία [morfía]
Για παράδειγμα, η τερατομορφία χαρακτηρίζει κάτι που εξωτερικά μοιάζει με τέρας, έχει τη μορφή τέρατος.
-μορφισμός [morfizmós]
Για παράδειγμα, ο ανθρωπομορφισμός είναι η απόδοση ανθρώπινων ιδιοτήτων σε άλλα όντα (ζώα, φυτά), σε φυσικά φαινόμενα ή σε αφηρημένες έννοιες (πρβ. τον ανθρωπομορφισμό των θεών στην αρχαία Ελλάδα).
Επίθετα
-μορφος [morfos], -μορφη, -μορφο
Για παράδειγμα, ο τραγόμορφος μοιάζει εξωτερικά με τράγο, έχει μορφή τράγου.
▶ Το επίθετο πολυμορφικός έχει ειδική χρήση: αναφέρεται κυρίως σε ειδικό τύπο αυτοκινήτου αποδίδοντας τον αγγλικό όρο multiple purpose vehicle (MPV).
2 Από 10
Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.
Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.
ΑΝΤ Κάποιες λέξεις με ομοιο- σε αυτή τη σημασία σχηματίζουν αντίθετα με το ετερο-* (π.χ. ετερογένεια ≠ ομοιογένεια).