Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.
Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.
Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.
Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.
Συλλαβισμός
θε-α-μα-τι-κός
Μορφολογία
θεαματικός επίθ.
Αρσενικό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | ο | θεαματικός | οι | θεαματικοί |
Γενική | του | θεαματικού | των | θεαματικών |
Αιτιατική | το | θεαματικό | τους | θεαματικούς |
Κλητική | | θεαματικέ | | θεαματικοί |
|
Θηλυκό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | η | θεαματική | οι | θεαματικές |
Γενική | της | θεαματικής | των | θεαματικών |
Αιτιατική | τη | θεαματική | τις | θεαματικές |
Κλητική | | θεαματική | | θεαματικές |
|
Ουδέτερο |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | το | θεαματικό | τα | θεαματικά |
Γενική | του | θεαματικού | των | θεαματικών |
Αιτιατική | το | θεαματικό | τα | θεαματικά |
Κλητική | | θεαματικό | | θεαματικά |
|
θεαματικότερος επίθ. συγκρ.
Αρσενικό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | ο | θεαματικότερος | οι | θεαματικότεροι |
Γενική | του | θεαματικότερου | των | θεαματικότερων |
Αιτιατική | το | θεαματικότερο | τους | θεαματικότερους |
Κλητική | | θεαματικότερε | | θεαματικότεροι |
|
Θηλυκό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | η | θεαματικότερη | οι | θεαματικότερες |
Γενική | της | θεαματικότερης | των | θεαματικότερων |
Αιτιατική | τη | θεαματικότερη | τις | θεαματικότερες |
Κλητική | | θεαματικότερη | | θεαματικότερες |
|
Ουδέτερο |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | το | θεαματικότερο | τα | θεαματικότερα |
Γενική | του | θεαματικότερου | των | θεαματικότερων |
Αιτιατική | το | θεαματικότερο | τα | θεαματικότερα |
Κλητική | | θεαματικότερο | | θεαματικότερα |
|
θεαματικότατος επίθ. υπερθ.
Αρσενικό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | ο | θεαματικότατος | οι | θεαματικότατοι |
Γενική | του | θεαματικότατου | των | θεαματικότατων |
Αιτιατική | το | θεαματικότατο | τους | θεαματικότατους |
Κλητική | | θεαματικότατε | | θεαματικότατοι |
|
Θηλυκό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | η | θεαματικότατη | οι | θεαματικότατες |
Γενική | της | θεαματικότατης | των | θεαματικότατων |
Αιτιατική | τη | θεαματικότατη | τις | θεαματικότατες |
Κλητική | | θεαματικότατη | | θεαματικότατες |
|
Ουδέτερο |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | το | θεαματικότατο | τα | θεαματικότατα |
Γενική | του | θεαματικότατου | των | θεαματικότατων |
Αιτιατική | το | θεαματικότατο | τα | θεαματικότατα |
Κλητική | | θεαματικότατο | | θεαματικότατα |
|
Συνώνυμα - Αντίθετα
θεαματικός επίθ.
- Σ: εντυπωσιακός, συναρπαστικός: θεαματικός αγώνας
- Σ: αξιοσημείωτος: θεαματική πρόοδος
1 Από 10
Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.
Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.