Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.
Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.
Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.
Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.
Συλλαβισμός
ε-ξα-ντλη-τι-κός
Μορφολογία
εξαντλητικός επίθ.
Αρσενικό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | ο | εξαντλητικός | οι | εξαντλητικοί |
Γενική | του | εξαντλητικού | των | εξαντλητικών |
Αιτιατική | τον | εξαντλητικό | τους | εξαντλητικούς |
Κλητική | | εξαντλητικέ | | εξαντλητικοί |
|
Θηλυκό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | η | εξαντλητική | οι | εξαντλητικές |
Γενική | της | εξαντλητικής | των | εξαντλητικών |
Αιτιατική | την | εξαντλητική | τις | εξαντλητικές |
Κλητική | | εξαντλητική | | εξαντλητικές |
|
Ουδέτερο |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | το | εξαντλητικό | τα | εξαντλητικά |
Γενική | του | εξαντλητικού | των | εξαντλητικών |
Αιτιατική | το | εξαντλητικό | τα | εξαντλητικά |
Κλητική | | εξαντλητικό | | εξαντλητικά |
|
εξαντλητικότερος επίθ. συγκρ.
Αρσενικό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | ο | εξαντλητικότερος | οι | εξαντλητικότεροι |
Γενική | του | εξαντλητικότερου | των | εξαντλητικότερων |
Αιτιατική | τον | εξαντλητικότερο | τους | εξαντλητικότερους |
Κλητική | | εξαντλητικότερε | | εξαντλητικότεροι |
|
Θηλυκό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | η | εξαντλητικότερη | οι | εξαντλητικότερες |
Γενική | της | εξαντλητικότερης | των | εξαντλητικότερων |
Αιτιατική | την | εξαντλητικότερη | τις | εξαντλητικότερες |
Κλητική | | εξαντλητικότερη | | εξαντλητικότερες |
|
Ουδέτερο |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | το | εξαντλητικότερο | τα | εξαντλητικότερα |
Γενική | του | εξαντλητικότερου | των | εξαντλητικότερων |
Αιτιατική | το | εξαντλητικότερο | τα | εξαντλητικότερα |
Κλητική | | εξαντλητικότερο | | εξαντλητικότερα |
|
εξαντλητικότατος επίθ. υπερθ.
Αρσενικό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | ο | εξαντλητικότατος | οι | εξαντλητικότατοι |
Γενική | του | εξαντλητικότατου | των | εξαντλητικότατων |
Αιτιατική | τον | εξαντλητικότατο | τους | εξαντλητικότατους |
Κλητική | | εξαντλητικότατε | | εξαντλητικότατοι |
|
Θηλυκό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | η | εξαντλητικότατη | οι | εξαντλητικότατες |
Γενική | της | εξαντλητικότατης | των | εξαντλητικότατων |
Αιτιατική | την | εξαντλητικότατη | τις | εξαντλητικότατες |
Κλητική | | εξαντλητικότατη | | εξαντλητικότατες |
|
Ουδέτερο |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | το | εξαντλητικότατο | τα | εξαντλητικότατα |
Γενική | του | εξαντλητικότατου | των | εξαντλητικότατων |
Αιτιατική | το | εξαντλητικότατο | τα | εξαντλητικότατα |
Κλητική | | εξαντλητικότατο | | εξαντλητικότατα |
|
Συνώνυμα - Αντίθετα
εξαντλητικός επίθ.
- Σ: εξοντωτικός, εξουθενωτικός: εξαντλητική δίαιτα
- Σ: εξονυχιστικός, λεπτομερής: εξαντλητική έρευνα
2 Από 10
Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.
Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.