Λεξισκόπιο: διαδέχεται

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

δι-α-δέ-χε-ται

Μορφολογία

διαδέχομαι ρήμ. μόνο παθητική

ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αδιαδέχομαιδιαδεχόμαστε
Βδιαδέχεσαιδιαδέχεστε & διαδεχόσαστε προφ.
Γδιαδέχεταιδιαδέχονται
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βδιαδέχεστε
Ενεστώτας-Μετοχήδιαδεχόμενος
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αδιαδέχτηκα & διαδέχθηκα λόγ. διαδεχτήκαμε & διαδεχθήκαμε λόγ.
Βδιαδέχτηκες & διαδέχθηκες λόγ. διαδεχτήκατε & διαδεχθήκατε λόγ.
Γδιαδέχτηκε & διαδέχθηκε λόγ. διαδέχτηκαν & διαδέχθηκαν λόγ. & διαδεχθήκανε λόγ. & διαδεχτήκαν προφ. & διαδεχτήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αδιαδεχτώ & διαδεχθώ λόγ. διαδεχτούμε & διαδεχθούμε λόγ.
Βδιαδεχτείς & διαδεχθείς λόγ. διαδεχτείτε & διαδεχθείτε λόγ.
Γδιαδεχτεί & διαδεχθεί λόγ. διαδεχτούν & διαδεχθούν λόγ. & διαδεχθούνε λόγ. & διαδεχτούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βδιαδέξουδιαδεχτείτε & διαδεχθείτε λόγ.
Αόριστος-Απαρέμφατοδιαδεχτεί & διαδεχθεί λόγ.
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Αδιαδεχόμουν & διαδεχόμουνα προφ. διαδεχόμασταν & διαδεχόμαστε
Βδιαδεχόσουν & διαδεχόσουνα προφ. διαδεχόσασταν & διαδεχόσαστε προφ.
Γδιαδεχόταν & διαδεχότανε προφ. διαδέχονταν & διαδεχόντανε προφ. & διαδεχόντουσαν προφ.

Συνώνυμα - Αντίθετα

διαδέχομαι ρήμ.

Σγίνομαι διάδοχος

διαδέχεται

Σακολουθεί2: Την έκπληξη διαδέχτηκε ο ενθουσιασμός.


2 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.