Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.
Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.
Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.
Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.
Συλλαβισμός
βε-βαι-ω-μέ-νος
Μορφολογία
βεβαιωμένος μτχ. παθ. παρακ.
Αρσενικό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | ο | βεβαιωμένος | οι | βεβαιωμένοι |
Γενική | του | βεβαιωμένου | των | βεβαιωμένων |
Αιτιατική | το | βεβαιωμένο | τους | βεβαιωμένους |
Κλητική | | βεβαιωμένε | | βεβαιωμένοι |
|
Θηλυκό |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | η | βεβαιωμένη | οι | βεβαιωμένες |
Γενική | της | βεβαιωμένης | των | βεβαιωμένων |
Αιτιατική | τη | βεβαιωμένη | τις | βεβαιωμένες |
Κλητική | | βεβαιωμένη | | βεβαιωμένες |
|
Ουδέτερο |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Ονομαστική | το | βεβαιωμένο | τα | βεβαιωμένα |
Γενική | του | βεβαιωμένου | των | βεβαιωμένων |
Αιτιατική | το | βεβαιωμένο | τα | βεβαιωμένα |
Κλητική | | βεβαιωμένο | | βεβαιωμένα |
|
βεβαιώνω ρήμ.
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | βεβαιώνω | βεβαιώνουμε & βεβαιώνομε διαλ. |
Β | βεβαιώνεις | βεβαιώνετε |
Γ | βεβαιώνει | βεβαιώνουν & βεβαιώνουνε προφ. |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | βεβαίωνε | βεβαιώνετε |
|
Ενεστώτας-Μετοχή | βεβαιώνοντας |
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | βεβαίωσα | βεβαιώσαμε |
Β | βεβαίωσες | βεβαιώσατε |
Γ | βεβαίωσε | βεβαίωσαν & βεβαιώσαν προφ. & βεβαιώσανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | βεβαιώσω | βεβαιώσουμε & βεβαιώσομε διαλ. |
Β | βεβαιώσεις | βεβαιώσετε |
Γ | βεβαιώσει | βεβαιώσουν & βεβαιώσουνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | βεβαίωσε | βεβαιώστε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | βεβαιώσει |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | βεβαίωνα | βεβαιώναμε |
Β | βεβαίωνες | βεβαιώνατε |
Γ | βεβαίωνε | βεβαίωναν & βεβαιώναν προφ. & βεβαιώνανε προφ. |
|
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | βεβαιώνομαι | βεβαιωνόμαστε |
Β | βεβαιώνεσαι | βεβαιώνεστε & βεβαιωνόσαστε προφ. |
Γ | βεβαιώνεται | βεβαιώνονται |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
|
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | βεβαιώθηκα | βεβαιωθήκαμε |
Β | βεβαιώθηκες | βεβαιωθήκατε |
Γ | βεβαιώθηκε | βεβαιώθηκαν & βεβαιωθήκαν προφ. & βεβαιωθήκανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | βεβαιωθώ | βεβαιωθούμε |
Β | βεβαιωθείς | βεβαιωθείτε |
Γ | βεβαιωθεί | βεβαιωθούν & βεβαιωθούνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | βεβαιώσου | βεβαιωθείτε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | βεβαιωθεί |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | βεβαιωνόμουν & βεβαιωνόμουνα προφ. | βεβαιωνόμασταν & βεβαιωνόμαστε |
Β | βεβαιωνόσουν & βεβαιωνόσουνα προφ. | βεβαιωνόσασταν & βεβαιωνόσαστε προφ. |
Γ | βεβαιωνόταν & βεβαιωνότανε προφ. | βεβαιώνονταν & βεβαιωνόντανε προφ. & βεβαιωνόντουσαν προφ. |
|
Παρακείμενος-Μετοχή | βεβαιωμένος |
Συνώνυμα - Αντίθετα
βεβαιώνω ρήμ.
- Σ: διαβεβαιώνω1: Ο γιατρός μάς βεβαίωσε πως ο άρρωστος θα γίνει καλά.
- Σ: επιβεβαιώνω1
- Σ: επικυρώνω: Βεβαιώνει το γνήσιο της υπογραφής.
βεβαιώνομαι
Σ: σιγουρεύομαι
1 Από 10
Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.
Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.