Λεξισκόπιο: αποκρίνομαι

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

α-πο-κρί-νο-μαι

Μορφολογία

αποκρίνομαι ρήμ.

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Παρατατικός-Οριστική
Πληθυντικός
Α---
Β---
Γαποκρίνανε προφ.
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ααποκρίνομαιαποκρινόμαστε
Βαποκρίνεσαιαποκρίνεστε & αποκρινόσαστε προφ.
Γαποκρίνεταιαποκρίνονται
Ενεστώτας-Προστακτική
Πληθυντικός
Βαποκρίνεστε
Ενεστώτας-Μετοχήαποκρινόμενος
Αόριστος-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ααποκρίθηκααποκριθήκαμε
Βαποκρίθηκεςαποκριθήκατε
Γαποκρίθηκεαποκρίθηκαν & αποκριθήκανε προφ.
Αόριστος-Υποτακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ααποκριθώαποκριθούμε
Βαποκριθείςαποκριθείτε
Γαποκριθείαποκριθούν & αποκριθούνε προφ.
Αόριστος-Προστακτική
ΕνικόςΠληθυντικός
Βαποκρίσουαποκριθείτε
Αόριστος-Απαρέμφατοαποκριθεί
Παρατατικός-Οριστική
ΕνικόςΠληθυντικός
Ααποκρινόμουν & αποκρινόμουνα προφ. αποκρινόμασταν & αποκρινόμαστε
Βαποκρινόσουν & αποκρινόσουνα προφ. αποκρινόσασταν & αποκρινόσαστε προφ.
Γαποκρινόταν & αποκρινότανε προφ. αποκρίνονταν & αποκρινόντανε προφ. & αποκρινόντουσαν προφ.

Συνώνυμα - Αντίθετα

αποκρίνομαι ρήμ.

  1. Σδίνω απάντηση, απαντάω1 Αρωτάω
  2. Σανταποκρίνομαι1, αντιδρώ1: Δεν αποκρίθηκε στο κάλεσμα.

2 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.