Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.
Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.
Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.
Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.
Συλλαβισμός
α-ντι-κρί-ζω
Μορφολογία
αντικρίζω ρήμ.
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αντικρίζω | αντικρίζουμε & αντικρίζομε διαλ. |
Β | αντικρίζεις | αντικρίζετε |
Γ | αντικρίζει | αντικρίζουν & αντικρίζουνε προφ. |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | αντίκριζε | αντικρίζετε |
|
Ενεστώτας-Μετοχή | αντικρίζοντας |
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αντίκρισα | αντικρίσαμε |
Β | αντίκρισες | αντικρίσατε |
Γ | αντίκρισε | αντίκρισαν & αντικρίσαν προφ. & αντικρίσανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αντικρίσω | αντικρίσουμε & αντικρίσομε διαλ. |
Β | αντικρίσεις | αντικρίσετε |
Γ | αντικρίσει | αντικρίσουν & αντικρίσουνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | αντίκρισε | αντικρίσετε & αντικρίστε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | αντικρίσει |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αντίκριζα | αντικρίζαμε |
Β | αντίκριζες | αντικρίζατε |
Γ | αντίκριζε | αντίκριζαν & αντικρίζαν προφ. & αντικρίζανε προφ. |
|
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ |
Ενεστώτας-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αντικρίζομαι | αντικριζόμαστε |
Β | αντικρίζεσαι | αντικρίζεστε & αντικριζόσαστε προφ. |
Γ | αντικρίζεται | αντικρίζονται |
|
Ενεστώτας-Προστακτική |
| Πληθυντικός |
Β | αντικρίζεστε |
|
Ενεστώτας-Μετοχή | αντικριζόμενος |
Αόριστος-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αντικρίστηκα | αντικριστήκαμε |
Β | αντικρίστηκες | αντικριστήκατε |
Γ | αντικρίστηκε | αντικρίστηκαν & αντικριστήκαν προφ. & αντικριστήκανε προφ. |
|
Αόριστος-Υποτακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αντικριστώ | αντικριστούμε |
Β | αντικριστείς | αντικριστείτε |
Γ | αντικριστεί | αντικριστούν & αντικριστούνε προφ. |
|
Αόριστος-Προστακτική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Β | αντικρίσου | αντικριστείτε |
|
Αόριστος-Απαρέμφατο | αντικριστεί |
Παρατατικός-Οριστική |
| Ενικός | Πληθυντικός |
Α | αντικριζόμουν & αντικριζόμουνα προφ. | αντικριζόμασταν & αντικριζόμαστε |
Β | αντικριζόσουν & αντικριζόσουνα προφ. | αντικριζόσασταν & αντικριζόσαστε προφ. |
Γ | αντικριζόταν & αντικριζότανε προφ. | αντικρίζονταν & αντικριζόντανε προφ. & αντικριζόντουσαν προφ. |
|
Παρακείμενος-Μετοχή | αντικρισμένος |
Συνώνυμα - Αντίθετα
αντικρίζω ρήμ.
- Σ: βλέπω1: Δε θέλω ούτε να τον αντικρίσω.
- λογοτ. Σ: αντιμετωπίζω4, αντεπεξέρχομαι λόγ.: Πρέπει να αντικρίσουμε τον κίνδυνο.
3 Από 10
Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.
Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.