Λεξισκόπιο: άνεση

Μάθετε για την ορθογραφία, τη μορφολογία, τον συλλαβισμό και τα συνώνυμα/αντίθετα οποιασδήποτε νεοελληνικής λέξης. Οι λέξεις παραμένουν μάταιοι ήχοι αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε.

H νέα ελληνική γλώσσα αποτελείται από ένα υπέροχο κατακλυσμό λέξεων, οι οποίες πηγάζουν στην πλειοψηφία τους από την αρχαία ελληνική. Διαμέσου των αιώνων κάποιες από τις λέξεις άρχισαν να επικαλύπτονται στο νόημα από άλλες και πολλές απέκτησαν πολλαπλές σημασίες.

Το Λεξισκόπιο παρουσιάζει πληροφορίες σχετικά με τον συλλαβισμό, τη μορφολογία (κλίση) και τα συνώνυμα και αντίθετα των λέξεων, αλλά και των πιο γνωστών φράσεων και εκφράσεων στις οποίες μια ελληνική λέξη μπορεί να μετέχει.

Εισαγάγετε τη λέξη που σας ενδιαφέρει κατωτέρω και πατήστε Αναζήτηση.


Το Λεξισκόπιο είναι ένα σύνθετο γλωσσικό εργαλείο, το οποίο παρέχει πληροφορίες για μια νεοελληνική λέξη ή φράση, συνδυάζοντας τη λειτουργικότητα του Συλλαβιστή, του Ορθογράφου, του Λημματοποιητή, του Μορφολογικού Λεξικού και του Θησαυρού Συνωνύμων-Αντιθέτων της Neurolingo.

Συλλαβισμός

ά-νε-ση

Μορφολογία

άνεση ουσ. θηλ.

ΕνικόςΠληθυντικός
Ονομαστικήηάνεσηοιανέσεις
Γενικήτηςάνεσης & ανέσεως λόγ. τωνανέσεων
Αιτιατικήτηνάνεσητιςανέσεις
Κλητική άνεση ανέσεις

Συνώνυμα - Αντίθετα

άνεση ουσ.

  1. Σευκολία1: Νίκησαν με άνεση. Αδυσκολία1
  2. Σβόλεψη προφ., βολή2 προφ.: Το μόνο που τον νοιάζει είναι η άνεσή του.
  3. Σικανότητα2, επιδεξιότητα: Έχει άνεση στο γράψιμο.
  4. Σπεριθώριο3: άνεση χρόνου
  5. Σευχέρεια2 λόγ.: οικονομική άνεση Αστενότητα
  6. Σοικειότητα, θάρρος2: Έχω μεγάλη άνεση μαζί σας.
  7. Σάπλα, ευρυχωρία, απλωσιά λαϊκ.: Το σπίτι έχει μεγάλη άνεση.

ανέσεις

Σκομφόρ: σπίτι με όλες τις ανέσεις


1 Από 10



Για τους επισκέπτες του site μας, το Λεξισκόπιο έχει περιορισμό χρήσης τις 10 λέξεις ανά ημέρα. Εγγραφείτε δωρεάν στο site μας για να αποκτήσετε όριο 30 λέξεων ανά ημέρα.

Εναλλακτικά, μπορείτε να προμηθευτείτε την εφαρμογή του Λεξισκόπιου για Κινητά Λεξισκόπιο Mobile App όπου η χρήση λέξεων είναι απεριόριστη.